Odisseas Elytis, el poeta. Premio Nobel 1979 |
Σε χώρα
μακρινή και αναμάρτητη
τώρα
πορεύομαι.
Τώρα μ' ακολουθούν ανάλαφρα πλάσματα
Τώρα μ' ακολουθούν ανάλαφρα πλάσματα
με τους
ιριδισμούς
του πόλου στα
μαλλιά
και το πράο στο δέρμα χρυσάφισμα.
και το πράο στο δέρμα χρυσάφισμα.
Μες στα χόρτα
προβαίνω, με
το γόνατο
πλώρη
κι η ανάσα μου διώχνει απ' την όψη της γης
κι η ανάσα μου διώχνει απ' την όψη της γης
τις στερνές
τολύπες του
ύπνου.
Και τα δέντρα βαδίζουν στο πλάι μου, εναντίον του ανέμου.
Και τα δέντρα βαδίζουν στο πλάι μου, εναντίον του ανέμου.
Μεγάλα
μυστήρια
βλέπω και
παράδοξα:
Κρήνη την κρύπτη της Ελένης.
Κρήνη την κρύπτη της Ελένης.
Τρίαινα με
δελφίνι το
σημάδι του Σταυρού.
Πύλη λευκή το ανόσιο συρματόπλεγμα.
Πύλη λευκή το ανόσιο συρματόπλεγμα.
Όθε με δόξα θα
περάσω.
Τα λόγια που με πρόδωσαν και τα ραπίσματα έχοντας
Τα λόγια που με πρόδωσαν και τα ραπίσματα έχοντας
γίνει
μυρτιές και
φοινικόκλαρα:
Ωσαννά σημαίνοντας ο ερχόμενος!
Ωσαννά σημαίνοντας ο ερχόμενος!
Ηδονή καρπού
βλέπω τη
στέρηση.
Ελαιώνες λοξούς με γαλάζιο ανάμεσα στα δάχτυλα
Ελαιώνες λοξούς με γαλάζιο ανάμεσα στα δάχτυλα
τους χρόνους
της οργής
πίσω απ' τα
σίδερα.
Και γιαλόν απέραντο, από μαγγανεία ωραίων ματιών βρεμένο
Και γιαλόν απέραντο, από μαγγανεία ωραίων ματιών βρεμένο
τον βυθό της
Μαρίνας.
Όπου αγνός θα περπατήσω.
Όπου αγνός θα περπατήσω.
Τα δάκρυα που με πρόδωσαν
και οι
ταπεινώσεις
έχοντας
γίνει πνοές και ανέσπερα πουλιά:
γίνει πνοές και ανέσπερα πουλιά:
Ωσαννά
σημαίνοντας ο ερχόμενος!
Σε χώρα μακρινή και αναμάρτητη τώρα πορεύομαι.
Σε χώρα μακρινή και αναμάρτητη τώρα πορεύομαι.
==========================================
Hacia un país lejano y sin pecado ahora marcho.
Ahora me acompañan ligeras criaturas
con auroras en el cabello boreales
y suave doradura en la epidermis.
Por las hierbas avanzo, con la rodilla como proa
y mi aliento expulsa de la faz de la tierra
los ovillos últimos del sueño.
Y los árboles marchan a mi lado, en contra de los vientos.
Grandes y extraños misterios veo:
Ahora me acompañan ligeras criaturas
con auroras en el cabello boreales
y suave doradura en la epidermis.
Por las hierbas avanzo, con la rodilla como proa
y mi aliento expulsa de la faz de la tierra
los ovillos últimos del sueño.
Y los árboles marchan a mi lado, en contra de los vientos.
Grandes y extraños misterios veo:
Fuente, escondite de Elena.
Tridente con delfín, la señal de la Cruz.
Puerta blanca, la impía alambrada.
Por donde he de pasar glorioso.
Las palabras que me traicionaron, con bofetadas
se hacen mirtos y palmas
que repican ¡Hosanna el que viene!
Como placer de frutas veo la privación.
Sesgados olivares con un poco de azul entre los dedos
los años de la ira detrás de los barrotes.
Y playa ilímite, empapada en sortilegios de ojos bellos,
el fondo de la Marina.
Por donde puro marcharé.
Las lágrimas que me traicionaron, con humillaciones
se hacen brisas y pájaros sin tarde
que repican ¡Hosanna el que viene!
Hacia un país lejano y sin pecado ahora marcho.
Tridente con delfín, la señal de la Cruz.
Puerta blanca, la impía alambrada.
Por donde he de pasar glorioso.
Las palabras que me traicionaron, con bofetadas
se hacen mirtos y palmas
que repican ¡Hosanna el que viene!
Como placer de frutas veo la privación.
Sesgados olivares con un poco de azul entre los dedos
los años de la ira detrás de los barrotes.
Y playa ilímite, empapada en sortilegios de ojos bellos,
el fondo de la Marina.
Por donde puro marcharé.
Las lágrimas que me traicionaron, con humillaciones
se hacen brisas y pájaros sin tarde
que repican ¡Hosanna el que viene!
Hacia un país lejano y sin pecado ahora marcho.
MM, 17/09/2012